Κανόνες Τονισμού Αρχαίας Ελληνικής

ΠΗΓΗ:Anna Kavvadia
Α) ΦΘΟΓΓΟΙ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
  • ΦΘΟΓΓΟΣ = απλή φωνή  (από το ρήμα φθέγγομαι = μιλώ)
  • ΓΡΑΜΜΑ = γραπτό σημάδι (από το ρήμα γράφω)
Οι φθόγγοι της Αρχαίας Ελληνικής παριστάνονται με 24 γράμματα που είναι ίδια με αυτά της Νέας Ελληνικής και διακρίνονται σε φωνήεντα και σύμφωνα (α, β, γ, δ, ε, ζ, η, θ, ι, κ, λ, μ, ν, ξ, ο, π, ρ, σ, τ, υ, φ, χ, ψ, ω).

Τα φωνήεντα διαιρούνται σε βραχύχρονα, μακρόχρονα και δίχρονα ανάλογα με τη διάρκεια (χρόνο) της προφοράς τους.
  • 1) Τα βραχύχρονα ή βραχέα προφέρονταν σε βραχύ, δηλαδή σύντομο χρόνο (αλλιώς: ποσότητα συλλαβής) (σύμβολο βραχύτητας: ˘ ).
  • 2) Τα μακρόχρονα ή μακρά προφέρονταν  σε πιο μακρύ χρόνο (αλλιώς: ποσότητα συλλαβής) (σύμβολο μακρότητας: ˉ ).
  • 3) Τα δίχρονα ήταν άλλοτε βραχέα και άλλοτε μακρά. 

Β) ΦΩΝΗΕΝΤΑ 

                                            


Η προφορά τους:
 (εε = η, οο = ω)     (ε,ο)            1) μακρά (αα, ιι, ουου)
                                                   2) βραχέα (α, ι, ου)

Γ) ΣΥΜΦΩΝΑ-ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΑΥΤΩΝ
  1. Άφωνα

    Ουρανικά
    Χειλικά
    Οδοντικά
    Ψιλά
    κ
    π
    τ
    Μέσα
    γ
    β
    δ
    Δασέα
    χ
    φ
    θ
     
  2. Ημίφωνα 

    Υγρά
    Ένρινα
    Συριστικά
    λ, ρ
    μ, ν
    σ (-ς)
  3. Διπλά (ζ, ξ, ψ): Δύο φθόγγοι για κάθε γράμμα (ζ = σδ, δj / ξ = κ, γ, χ + σ / ψ = π, β, φ + σ)

Δ) ΔΙΦΘΟΓΓΟΙ
  • Οι δίφθογγοι αποτελούνταν από δύο φθόγγους- φωνήεντα και προφέρονταν  σε μία συλλαβή.
  • Διακρίνονται σε: 1) κύριες και 2) καταχρηστικές.
  1. Οι κύριες σχηματίζονται από συνδυασμούς άλλων φωνηέντων με τα φωνήεντα ι και υ:
    • α, ε, ο + ι, υ → αι, ει, οι / αυ, ευ, ου
    • η + υ → ηυ
  2. Οι καταχρηστικές σχηματίζονται από τον συνδυασμό των α, η, ω με ένα ι που υπο-γράφεται (γράφεται από κάτω) και ονομάζεται υπογεγραμμένη: ᾳ, ῃ, ῳ (το ι αρχικά προφέρονταν: αϊ, ηϊ, ωϊ).Είναι μακρόχρονες, εκτός κάποιων εξαιρέσεων (το αι και οι στο τέλος κλιτών λέξεων είναι βραχύχρονα)

Ε) ΟΙ ΤΟΝΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Η Αρχαία Ελληνική αρχικά ήταν κεφαλαιογράμματη και γραφόταν χωρίς τόνους και πνεύματα, καθώς οι φυσικοί ομιλητές της δε χρειάζονταν ιδιαίτερα σημεία για να προφέρουν σωστά τις λέξεις, γιατί ακούγονταν μόνο στην προφορά. Μετά όμως από την επέκταση του Ελληνισμού με τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου η ελληνική γλώσσα υπέστη μεταβολές εξαιτίας της επαφής της με άλλες γλώσσες. Γι’ αυτό παρουσιάστηκε η ανάγκη να αναπτυχθούν τρόποι και κανόνες που θα βοηθούσαν στη σωστή εκμάθηση της Ελληνικής από τους ξένους. Μεταξύ αυτών ήταν και η επινόηση των τόνων και των πνευμάτων.
  1. Τονισμός
    Ο τονισμός ήταν προσωδιακός (μουσικός) και όχι δυναμικός, όπως είναι στη Νέα Ελληνική.
    Οι τόνοι είναι οι εξής:
    α) Οξεία ( ́́): σημειώνεται πάνω από το φωνήεν της συλλαβής που προφέρεται σε υψηλότερο τόνο.
    β) Βαρεία ( ̀): τονίζει μόνο τη λήγουσα, που προφέρεται σε χαμηλότερο τόνο, όταν δεν ακολουθεί σημείο στίξης.
    γ) Περισπωμένη ( ˜ ) [ή οξυβαρεία ( ^ )]: σημειώνεται μόνο σε μακρές συλλαβές, όταν ο ομιλητής πρέπει να ανεβάσει και αμέσως μετά να κατεβάσει τον τόνο της φωνής του κατά την προφορά του ίδιου φωνήεντος. Έτσι, η λέξη «βῆμα» προφερόταν στην α.ε. «μπέὲμα».
  2. Πνεύματα
    Κάθε λέξη που αρχίζει από φωνήεν ή δίφθογγο ή από το σύμφωνο ρ- παίρνει πάνω σε αυτό ένα πνεύμα.
    Τα πνεύματα είναι:
    • Ψιλή (᾿)
    • Δασεία (῾)
         Οι περισσότερες λέξεις που αρχίζουν από φωνήεν ή δίφθογγο παίρνουν ψιλή.
         Οι λέξεις που αρχίζουν από υ ή ρ παίρνουν πάντα δασεία (π.χ. ὕδωρ, ῥοή).
  • Η δασεία δηλωνόταν αρχικά με το γράμμα «Η» και προφερόταν σαν ένα αχνό «χ», περίπου όπως ο αγγλικός φθόγγος «h» (π.χ. στη λέξη «history»). Έτσι, όταν σε μια αρχαία επιγραφή διαβάζουμε «ΗΕΛΛΑΣ», μεταγράφουμε «Ἑλλάς».
  • Στη Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής θα βρείτε τον κατάλογο με τις δασυνόμενες λέξεις.

Ζ) ΔΑΣΥΝΟΜΕΝΕΣ ΛΕΞΕΙΣ (ΕΠΙΛΟΓΗ) 
ᾋδης, ἅγιος, ἁβρός, αἷμα, ἅμαξα, ἁδρός, ἅμα, ἁμαρτάνω, ἅπαξ, ἅλας, αἵρεσις ἁμαρτία, ἁμαρτάνω, ἅμιλλα, ἁρμονία, ἅλωσις, ἁγνός, αύτή, αἱρέω-αἱρῶ, ἡ ἅλς-ἁλός (θάλασσα), ὁ ἅλς-ἁλός (αλάτι), ἁρμόζω και ἁρμόττω, ἁπαλός, ἁπλοῦς, ἁρπάζω, ἁφή, ἅπτω
εἷς, ἕν, ἕξ, ἑκατόν, Ἕκτωρ, Ἕλλη καὶ Ἑλλάς, Ἕλλην, Ἑλένη, Ἑρμῆς, ἑορτή, ἕως, ἑστία, ἑαυτός, εὑρίσκω, ἑξῆς, ἑπτά, ἑσπέρα, ἑρμηνεία, ὁ ἑταῖρος, ἡ ἑταιρεία, ἕτερος, ἑκάτερος, ἕκαστος, εδρα, εἵλομεν (αορ. Β), εἱρκτή, ἑκών, ἕλκω, ἕνεκα, ἕρπω, ἑσπέρα, ἕπομαι, ἕτοιμος, ἕωλος (παλιός), ἡ ἕως(πρωί), Ἥλιος, ἡμέρα, ἥρως, ἥμερος, ἥσυχος, ἡλικία, ἥδε, ἥδομαι, ἑλίττω (στρέφω)
ἡγοῦμαι, ἥμισυς, ἡδύς, Ἡρακλῆς, ἡνίκα/ ἡμείς, ἡμών κ.λ.π. (πληθ. α΄και β΄προσώπου) και ο εν. του γ΄προσώπου (ὁῦ, οἷ, ἕ)/ ἧττα, ἥκω
Ἵππος, ἵνα, ἱερός, ἵστημι, ἵσταμαι, ἵημι, ἱκανός, ἱερός, ἱκεσία, ἱστορία, ἱδρύω, ἱκνέομαι-ἱκνοῦμαι, ἱστός, ἱστίον
Ὅμοιος, ὁμοῦ, ὁδός, ὅρκος, ὅπλον, ὅρμος, ὅσιος, ὅριον, ὁρμή, οὗτος, ὅδε, ὁρῶ, ὅμως, ὁδηγός,Ὅμηρος, ὁρίζω, ὅρος (ὁ), ὅσος, ὅστις, ὅτε, ὅλος, ὁρίζω, ὅδε, ὅς (ο οποίος), ὁπότε, ὅπως, ὅτι
Ὥρα, ὥριμος, ὡραῖος, ὡς, ὧδε, ὥστε
Η) ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ 
  1. Όταν η λήγουσα είναι μακρόχρονη, η προπαραλήγουσα δεν τονίζεται (π.χ. ἀνθρώπου, και όχι ἄνθρωπου)
  2. Η προπαραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει πάντοτε οξεία (π.χ. ἄτομον)
  3. Μια βραχύχρονη συλλαβή, όταν τονίζεται, παίρνει πάντοτε οξεία (π.χ. τόμος, νέμω)
  4. Η μακρόχρονη παραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει οξεία μπροστά από μακρόχρονη λήγουσα (π.χ. θήκη, κώμη)
  5. Η μακρόχρονη παραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει περισπωμένη μπροστά από βραχύχρονη λήγουσα (π.χ. κῆπος, χῶρος)
  6. Η βαρεία σημειώνεται στη θέση της οξείας μόνο στη λήγουσα, όταν δεν ακολουθεί στίξη ή λέξη εγκλιτική (π.χ. ὁ βασιλεὺς τὴν μὲν πρὸς ἑαυτόν ἐπιβουλὴν οὐκ ἠσθάνετο)
  7. Η μακροκατάληκτη γενική και δοτική των πτωτικών, όταν τονίζεται στη λήγουσα, παίρνει περισπωμένη (π.χ. τοῦ ποιητοῦ, τῷ ποιητῆ, τῶν ποιητῶν, τοῖς ποιηταῖς)
  8. Η ασυναίρετη ονομαστική, αιτιατική και κλητική των πτωτικών, όταν τονίζεται στη λήγουσα, κανονικά παίρνει οξεία (π.χ. ὁ ποιητής, τόν ποιητήν, ὦ ποιητά, οἱ ποιηταί, τούς ποιητάς, ὦ ποιηταί)
  9. Στα πτωτικά, όπου τονίζεται η ονομαστική του ενικού, εκεί τονίζονται και οι άλλες πτώσεις του ενικού και του πληθυντικού, εκτός αν εμποδίζει η λήγουσα (π.χ. λέων, λέοντος, λέοντες αλλά λεόντων)
  10. Η λήγουσα που προέρχεται από συναίρεση, όταν τονίζεται, κανονικά παίρνει περισπωμένη [π.χ. τιμῶ (τιμάω)], παίρνει όμως οξεία, αν πριν από τη συναίρεση είχε οξεία η δεύτερη από τις συλλαβές που συναιρούνται [π.χ. ἑστώς (ἑσταώς)]
  11. Στις σύνθετες λέξεις, ο τόνος κανονικά ανεβαίνει ως την τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού, αν επιτρέπει η λήγουσα [π.χ. (σοφός) πάνσοφος, (πόλις) ἀκρόπολις, (ἐλθέ) ἄπελθε, (δός) ἀπόδος].
Θ) ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Τα μέρη του λόγου χωρίζονται στα:
  • κλιτά: Έίναι τα άρθρα, τα ουσιαστικά, τα επίθετα, οι αντωνυμίες, τα ρήματα και οι μετοχές
  • άκλιτα: Είναι οι προθέσεις, τα επιρρήματα, τα επιφωνήματα και οι σύνδεσμοι

Ι) ΤΑ ΠΤΩΤΙΚΑ (έχουν πτώσεις)
Είναι τα άρθρα, τα ουσιαστικά, τα επίθετα, οι αντωνυμίες και οι μετοχές. Τα παρεπόμενα (ή συνακόλουθα) των πτωτικών στην α.ε. είναι τα εξής:
  • οι πτώσεις (ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική και κλητική)
  • τα γένη (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο)
  • οι αριθμοί (ενικός, πληθυντικός, δυϊκός)
  • οι κλίσεις (πρώτη, δεύτερη, τρίτη)
ΑΣΚΗΣΗ
Να τονίσετε και να βάλετε πνεύματα στις παρακάτω λέξεις (να δικαιολογήσετε την επιλογή σας):

αμπελου, μυστηριου, κινδυνου, Αιγυπτου, ανθρωπος, μυστηριον, ελαφος, ησυχος, χορος, πονος, ρεω, υγρον, Ελενη, ημερα, φορος, θηκη, ρωμη, οινος, κηποι, κωμαι, χωρος, κηπος, νησος, χωροι, μουσαι, τευχος, του μαθητου, τω μαθητη, της τιμης, τη τιμη, των μαθητων, των τιμων, τοις μαθηταις, ταις τιμαις, του γεροντος, γεροντες, γεροντων, αγαπαω, αγαπω, ποιεω, ποιω, δηλοω, δηλω, Ελλας, Όμηρος, ιερος, ωραιος, εορτη, ερμηνευω, ημερα, εδρα, οριζω, Αδης, ωριμου